«Το συγκεντρωτικό μοντέλο της κυβέρνησης στον τουρισμό δεν μπορεί να πετύχει» (Άρθρο στο tovima.gr)

Δεκαετίες τώρα, ο ελληνικός τουρισμός αιμοδοτεί την εθνική οικονομία και αυτό έχει βαρύνουσα οικονομική σημασία για την χώρα μας.Ο τουρισμός, διαχρονικά, βοηθάει στην μείωση των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων καθώς και στη δημιουργία ίσων ευκαιριών για όλους, ιδιαίτερα στις νησιωτικές αλλά και τις ορεινές περιοχές της Πατρίδας μας. Και ας μην ξεχνάμε ότι ο χώρος του τουρισμού ήταν από τους πρώτους εργασιακούς χώρους, όπου οι γυναίκες έδωσαν δυναμικά το παρόν.

Ο τουρισμός μας, μετά το πλήγμα της πανδημίας, ανέκαμψε και καταγράφει ανοδική πορεία. Το φετινό αποτέλεσμα δε μπορούμε να πούμε ότι οφείλεται σε πολιτικές, δράσεις, πρακτικές ή κάποια στρατηγική της Κυβέρνησης. Οφείλεται στον κόπο, την σκληρή δουλειά και τις πρωτοβουλίες των ανθρώπων του ξενοδοχειακού κλάδου και όλων των συνδεόμενων με αυτόν.

Ο τουρισμός όμως πρέπει να είναι οικονομικά βιώσιμος για όλους τους συμμετέχοντες, γιαυτό και πρέπει να διαμορφώσουμε έναν τουρισμό ποιοτικό, αειφόρο, κοινωνικά επωφελή, που δε θα επιβαρύνει το περιβάλλον, δε θα πλήττει την κοινωνική και πολιτιστική αυθεντικότητα των τοπικών κοινωνιών και θα διασφαλίζει σταθερή απασχόληση και ανθρώπινες συνθήκες εργασίας.

Σήμερα, παρά τις οικονομικές επιδόσεις του ελληνικού τουρισμού, αυτός συνεχίζει να χαρακτηρίζεται από εποχικότητα, έντονη γεωγραφική συγκέντρωση σε κάποιες περιφέρειες, χωρίς ισόρροπη ανάπτυξη, ενώ στηρίζεται πρωταρχικά στο ξεπερασμένο μοντέλο «ελάτε στα νησιά μας».

Η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και της ελκυστικότητας του τουριστικού προϊόντος, η ισόρροπη γεωγραφικά επέκταση, η άμβλυνση της εποχικότητας, η χρονική διεύρυνση της τουριστικής δραστηριότητας, η θεματική επέκταση του τουριστικού προϊόντος σε ειδικές μορφές τουρισμού, η περιφερειακή ανάπτυξη του τουρισμού, η ανακατανομή πλούτου και η ανάπτυξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων είναι μερικά κρίσιμα ζητήματα, που μπορούν να επιτευχθούν μόνο μέσα από ένα ολοκληρωμένο αναπτυξιακό σχέδιο για τον ελληνικό τουρισμό, που θα στοχεύει στη βιωσιμότητα, την αειφορία και την ανθεκτικότητα του τουριστικού προϊόντος.

Δυστυχώς, η Κυβέρνηση δεν φαίνεται να βρίσκεται σε μια τέτοια κατεύθυνση, παρά μόνο λεκτικά και σε επίπεδο αόριστων εξαγγελιών.

Δεν βλέπουμε ένα δομημένο σχεδιασμό, που να μην αφήνει κανέναν «απέξω». Δεν βλέπουμε χάραξη και υλοποίηση μακρόπνοων, συμμετοχικών και συνεκτικών πολιτικών. Δεν βλέπουμε ένα πολυδιάστατο σχέδιο ανάπτυξης, βασισμένο στην αποκέντρωση, στην περιφερειακή ανάπτυξη, με ενεργό συμμετοχή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης προς όφελος των τοπικών κοινωνιών.

Αντίθετα, η Κυβέρνηση ενισχύει ένα μοντέλο συγκεντρωτικό, όπου εξουσία και πόροι συγκεντρώνονται στο Υπουργείο Τουρισμού. Το Νομοσχέδιο δεν αγγίζει κρίσιμα θέματα όπως η δυναμική των προορισμών, η κλιματική κρίση, η διαχείριση κρίσεων από φυσικές καταστροφές, η ανθεκτικότητα των τουριστικών επιχειρήσεων και η στήριξη των εργαζόμενων στον τουρισμό.

Το νομοσχέδιο δεν περιλαμβάνει ούτε μια λέξη για τους τουριστικούς προορισμούς που επλήγησαν μετά τα τραγικά γεγονότα των πυρκαγιών και των πλημμυρών, ώστε να επαναφέρουν την λειτουργία του τουρισμού σε μια ικανοποιητική κατάσταση, ιδιαίτερα για τις περιοχές της Μαγνησίας και του Πηλίου.

Η φιλοσοφία που θα έπρεπε να διέπει το νομοσχέδιο συνίσταται είναι η ανάπτυξη  ενός σχεδίου αειφόρου και βιώσιμου Τουρισμού, μέσα από ένα πλάνο στρατηγικό και ένα  αναπτυξιακό σχέδιο, ανθεκτικό στις κρίσεις και στις προκλήσεις.

Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η συνεργασία με όλους τους παράγοντες της τουριστικής αγοράς, τους παραγωγικούς φορείς της χώρας και τις τοπικές κοινωνίες.

Η προσέγγιση οφείλει να είναι από πάνω προς τα κάτω, ενώ της Κυβέρνησης από κάτω προς τα πάνω, σε ένα μοντέλο συγκεντρωτικό, που δεν μπορεί να κάνει τη διαφορά στη βαριά βιομηχανία της χώρας.