«Γιατί ο Έλληνας γυρνάει την πλάτη του στις κάλπες;» (Άρθρο στο insider.gr)

Την ώρα που τα κόμματα, ανάλογα με τα εκλογικά κέρδη τους, πανηγυρίζουν δεν μπορούμε να αγνοήσουμε την πραγματική διάσταση των αυτοδιοικητικών εκλογών.

Η Ελλάδα δεν βάφτηκε στην πραγματικότητα με κανένα κομματικό χρώμα (όπως για παράδειγμα «μπλε» που ισχυρίζονταν η Νέα Δημοκρατία την πρώτη Κυριακή πριν χάσει τους τρεις μεγάλους δήμους της χώρας) αλλά βάφτηκε «γκρι», στα χρώματα της αποχής, της απαξίωσης και της αδιαφορίας των ψηφοφόρων.

Πέρα από την συμφεροντολογική αποτίμηση του αποτελέσματος και τους επικοινωνιακούς πόντους που επιθυμούν ορισμένοι να αποκομίσουν βρισκόμαστε αντιμέτωπο με ένα πολύ απογοητευτικό φαινόμενο, που δεν είναι άλλο από το τεράστιο ποσοστό αποχής.

Για δεκαετίες ολόκληρες οι δημοτικές εκλογές αποτελούσαν την πιο στενή επαφή μεταξύ Πολιτείας και πολίτη, καθώς μια φορά κάθε 4 χρόνια καλούμαστε να ψηφίσουμε για τις γειτονιές και τις πόλεις μας.

Καλούμαστε να πάρουμε μια απόφαση που αφορά άμεσα την καθημερινότητα και την ποιότητα της ζωής μας. Επιλέγουμε ανθρώπους που γνωρίζουμε προσωπικά ή στην χειρότερη περίπτωση τους έχουμε ακουστά, και συμμετέχουμε σε μια πιο οικεία διαδικασία και δεν ψηφίζουμε μια απρόσωπη και μακρινή κεντρική εξουσία.

Κι όμως η μισή Ελλάδα δεν ενδιαφέρθηκε να πάρει θέση και αυτό είναι πραγματικά στενάχωρο για μένα και σε προσωπικό επίπεδο καθώς εδώ και πολλά χρόνια υπηρετώ την τοπική αυτοδιοίκηση. Δεν θα ήθελα να πιστέψω ότι οδηγούμαστε στην «χρεοκοπία» της πολιτικής ζωής, ούτε ότι περνάμε στην εποχή των επαγγελματιών πολιτών που δεν μπορούν να συγκινήσουν, να εμπνεύσουν και εν τέλει να οδηγήσουν τον κόσμο στις κάλπες.

Με συμμετοχή μόλις 46,24 % για την Περιφέρεια Αττικής, την μεγαλύτερη περιφέρεια της χώρας, ο νικητής Νίκος Χαρδαλιάς έλαβε 46,74 %. Δηλαδή επί του συνόλου των εγγεγραμμένων έλαβε περίπου ένα 21,6%, με ένα συντριπτικό ποσοστό της τάξης του 78,4 % να διαλέγει την αποχή ή κάποιον από τους υπόλοιπους υποψήφιους.

Στον Δήμο Αθηναίων, επίσης τον μεγαλύτερο δήμο της χώρας, η κατάσταση είναι ακόμα πιο τραγική. Η αποχή έπιασε σχεδόν το 68% στον πρώτο γύρο και στον δεύτερο γύρο έπεσε ακόμη πιο κάτω, καθώς ψήφισε μόλις το 26,73% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων, ένα εφιαλτικό νούμερο που δείχνει ότι ο λαός εγκατέλειψε την πρωτεύουσα και άφησε τη μοίρα στους λίγους που δεν θεώρησαν άσκοπο το να πάνε να ψηφίσουν.

Βεβαίως δεν μπορώ να μην σταθώ στην εξαιρετική παρουσία του Χάρη Δούκα, που έκανε τη μεγάλη έκπληξη και κέρδισε τον δήμο χάρη στην εξαιρετική παρουσία του, το ήθος, το πρόγραμμα και την προσωπικότητα του και θα φέρει νέο αέρα στην πόλη.

Με αυτά τα δεδομένα όμως δεν μπορούμε να μιλάμε για «ισχυρή εντολή», σε καμία περιοχή της Ελλάδας, όταν στην ουσία μόλις 1 στους 5 είναι αυτοί που εκλέγουν την τοπική αυτοδιοίκηση του τόπου τους.

Γιατί όμως ο Έλληνας γυρνάει την πλάτη του στις κάλπες; Η απόφαση αυτή έχει να κάνει με την ποιότητα των υποψηφίων ή ο ψηφοφόρος αντιλαμβάνεται ότι η ψήφος του δεν θα επηρεάσει τίποτε απολύτως;

Είμαστε πλέον στο σημείο που ψηφίζουν μόνο όσοι απολαμβάνουν τη διαδικασία, ενδιαφέρονται για την πολιτική, εμπλέκονται σε αυτήν ως μέλη κομμάτων και πολιτικών οργανώσεων ή θεωρούν πως η συμμετοχή θα ωφελήσει τα συμφέροντά τους και αυτό είναι μέγιστη αποτυχία του πολιτικού μας συστήματος, ενός θεσμού που παραπαίει.

Και όσο χαλαρότεροι γίνονται οι δεσμοί μας με τους θεσμού, τόσο η αποχή προβάλλει ως μια αποδεκτή εναλλακτική λύση.

Εδώ λοιπόν οφείλουμε, όλοι όσοι εμπλεκόμαστε στην πολιτική, να εστιάσουμε και να δώσουμε μια «μάχη». Πρέπει να προστατεύσουμε τους πιο ευάλωτους, οι οποίοι, κακά τα ψέματα, δεν αποτελούν προτεραιότητα στις δημόσιες πολιτικές και είναι αυτοί που πρώτοι «εγκαταλείπουν το καράβι».

Να κάνουμε ότι μπορούμε να αποκαταστήσουμε τις αδικίες όσων (από τον νεότερο μέχρι τον γηραιότερο) θεωρούν τον εαυτό τους «χαμένο» κοινωνικά, ταξικά, πολιτισμικά, αξιακά, σε σημείο να μην ενδιαφέρονται για το αύριο, και να τους δώσουμε να καταλάβουν ότι με την ψήφο τους μπορούν να βελτιώσουν τη ζωή τους.

Τέλος, αν θέλουμε να το αντιμετωπίσουμε το θέμα της αποχής, δεν πρέπει να συνεχίζουμε να το αποκρύπτουμε, ακόμη κι αν κάποιοι «βολεύονται» με τις εύκολες νίκες.