Οι αλλαγές στην παιδεία (Άρθρο μου στo kirkinews.gr)

Οι αλλαγές στη παιδεία
Οι αλλαγές στη παιδεία

Για άλλη μια φορά στο μικροσκόπιο των αλλαγών μπαίνει το σύστημα εκπαίδευσης με το μέλλον των νέων να εξαρτάται άμεσα από αυτές. Σε ένα Κράτος στο οποίο το φορολογικό και πολιτικό του σύστημα δεν είναι σταθερό, θα ήταν αδύνατο να περιμένουμε σταθερότητα στο σύστημα της εκπαίδευσης, η οποία βρίσκεται και πάλι στο επίκεντρο ριζικών αλλαγών χωρίς όμως να έχουν υπάρξει οι κατάλληλες συνθήκες για τέτοιες εξαγγελίες αλλαγών.

Στο πολύπαθο Υπουργείο Παιδείας, ο Υπουργός κος. Κώστας Γαβρόγλου, προσπαθεί να ξεφύγει από τα τετριμμένα του καθήκοντα και να μείνει στην ιστορία της εκπαίδευσης ως ο “μέγας οπισθοδρομικός μεταρρυθμιστής” επιστρέφοντας στο σύστημα δεσμών του ’83. Το “Τριετές Σχέδιο για την Εκπαίδευση”, όπως το έχουν ονομάσει, περιλαμβάνει ριζικές αλλαγές όσον αναφορά τον τρόπο εισαγωγής των μαθητών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με κατάργηση των πανελλαδικών και επαναφορά του Εθνικού Απολυτηρίου. Οι υποψήφιοι για εισαγωγή στα ΑΕΙ θα μπορούν να επιλέξουν από δύο πλέον διαφορετικά επιστημονικά πεδία με αποτέλεσμα να δημιουργείται μια ασάφεια στους μαθητές με το τι τελικά θέλουν να καταπιαστούν στην ζωή τους.

Ανέγγιχτη δε μένει ούτε η πρωτοβάθμια εκπαίδευση με σημαντικότερες μεταρρυθμίσεις αυτές του Ενιαίου Τύπου Ολοήμερου Σχολείου, τα δύο χρόνια υποχρεωτικής θητείας στο Νηπιαγωγείο και τη μείωση του αριθμού των μαθητών ανά τμήμα. Για “ακοστολόγητες παροχές για όλους, σε ένα κρεσέντο υποτιθεμένης ευαισθησίας” κάνει λόγο η κα. Νίκη Κεραμέως, αρμόδια Τομεάρχης Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων της ΝΔ, και θα συμφωνήσω συμπληρώνοντας ότι αυτό συνεπάγεται με τη δημιουργία ανάγκης για νέες κτιριακές εγκαταστάσεις με νέες αίθουσες διδασκαλίας και διορισμό νηπιαγωγών. Για άλλη μια φορά μέλος της Κυβέρνησης κάνει εξαγγελίες και δίνει υποσχέσεις για μεγαλεπίβολα σχέδια, χωρίς όμως να μας αναλύσει πρωτίστως τις σημαντικές λεπτομέρειες για την πραγμάτωση των σχεδίων αυτών. Για ακόμα μια φορά η Κυβέρνηση επιλέγει το δρόμο της θεωρίας, δίχως στην πράξη να ενημερώνει τους πολίτες για το πως μπορούν οι εξαγγελίες αυτές να υλοποιηθούν. Πουθενά δε μιλάει ο Υπουργός για το κόστος αυτής της μεταρρύθμισης. Από που θα αντλήσει τους απαραίτητους πόρους; Πώς θα γίνουν οι μόνιμοι διορισμοί και πόσοι θα είναι; Πριν προβεί σε εξαγγελίες, δε θα έπρεπε ο Υπουργός και το επιτελείο του να ερευνήσουν αν όντως υπάρχει η δυνατότητα στην ελληνική πραγματικότητα της οικονομικής κρίσης να πραγματοποιηθούν οι ως άνω εξαγγελίες;

Σε μια πρόσφατη συνέντευξη, ο Υπουργός τονίζει ότι το “Λύκειο μαράθηκε, έχει τελειώσει”. Τα μαθήματα βαρύτητας για την προαγωγή και απόλυση καταργούνται. Αυτό με κάνει να αναρωτηθώ και για το μέλλον της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για το εξής: Αν η γυμναστική (με τον υψηλό βαθμό που συνήθως δίνεται) γίνει ο καθοριστικός παράγοντας προαγωγής των μαθητών αυτό θα τους δώσει κίνητρο για μελέτη στα υπόλοιπα μαθήματα ή απλά θα έχουν ένα αίσθημα σιγουριάς; Όπως τόνισε και ο κος. Φορτσάκης, τ. Πρύτανης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών “η παιδεία επιστρέφει στις πιο μαύρες μέρες του παρελθόντος”.

Κανείς από την Κυβέρνηση δεν κάνει λόγο για το πάγωμα της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών. Δε λαμβάνουν υπ' όψιν τον πολύπλοκο, πολυσύνθετο και απαιτητικό ρόλο του εκπαιδευτικού, μέσα και έξω από τη σχολική μονάδα, ο οποίος, μέχρι τώρα, αξιολογείται με απλά και μονοδιάστατα κριτήρια από έναν και μόνο αξιολογητή, τον επιθεωρητή. Στην πράξη, το στοιχείο που επηρεάζει καθοριστικά τις αξιολογήσεις και τις προαγωγές είναι η αρχαιότητα, δηλαδή τα χρόνια υπηρεσίας. Το φαινόμενο αυτό στερεί το δικαίωμα από το εκπαιδευτικό σύστημα, τον δυναμισμό και την ευελιξία που πρέπει να το διακρίνουν και, το κυριότερο, δεν παρέχει κίνητρα στον εκπαιδευτικό, για να βελτιώσει το έργο του. Ενώ παράλληλα και η ίδια η αξιολόγηση γίνεται στη βάση τεσσάρων κριτηρίων, εκ των οποίων μόνο το ένα αφορά στη διδακτική πράξη. Άρα, συμπερασματικά διαπιστώνουμε ότι η βαρύτητα που δίνεται στη διδακτική πράξη είναι αμελητέα. Κι ενώ έχουν, ήδη, γίνει οι εξαγγελίες θα αναζητηθεί μέσω διαλόγου ο τρόπος αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου. Δηλαδή, ανακοινώνουν μέτρα αλλά ψάχνουν να βρουν εκ των υστέρων με ποιο τρόπο θα τα εφαρμόσουν.

Το ‘κερασάκι στην τούρτα’ έβαλε το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ), το οποίο έκρινε προσφάτως κατά πλειοψηφία ως αντισυνταγματική τη βαθμολόγηση της Νεοελληνικής Γλώσσας ως μαθήματος γενικής παιδείας, με τον ίδιο συντελεστή βαρύτητας και όχι μικρότερο, σε σχέση με ένα μάθημα κατεύθυνσης που θεωρείται κομβικής σημασίας για την είσοδο π.χ. στην Ιατρική Σχολή. Αντισυνταγματικό θεώρησε, παράλληλα, και το νομοθετικό πλαίσιο που θεσπίζει ένα ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό εισόδου στα ΑΕΙ (4,5%, ενώ παλιότερα ήταν 3%), με προνομιακή μοριοδότηση υποψηφίων, διακριθέντων σε διάφορα αθλήματα, χωρίς καθορισμό συγκεκριμένων κριτηρίων, ενώ διχάζεται και για το κατά πόσο ένα Κράτος δικαίου πρέπει ή όχι να θεσπίζει ειδικές θέσεις για εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση υποψηφίων με μαθησιακές δυσκολίες. Οι δικαστικές αποφάσεις (1442-3/17) θεωρούν ομόφωνα αντισυνταγματική τη νομοθεσία που προβλέπει πριμοδότηση μαθητών-αθλητών. Το ΣτΕ με αυτό τον τρόπο επιδιώκει την εξάλειψη της πιθανότητας που υπάρχει για παραβίαση των συνταγματικών αρχών της ισότητας και αξιοκρατίας.

Επιστρέφοντας, ωστόσο στα ‘εν οίκω’ του Υπουργείου Παιδείας μόνο ως ψηφοθηρικές θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε τις εξαγγελίες του Υπουργού. Σπασμωδικές κινήσεις, ανεπάρκεια σχεδιασμού και υποκρισία μέσω της συνέχισης της μεταρρυθμιστικής πολιτικής επί Yπουργείας Φίλη. Παιδεία ή Παίδεμα για τη νέα μας γενιά; Θα δείξει...