Δικαίωμα στη διαφορετικότητα – Τα κατοχυρωμένα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων

Δικαίωμα στη διαφορετικότητα
Δικαίωμα στη διαφορετικότητα

Σύμφωνα με το Σύνταγμα της Ελλάδας όπως αναθεωρήθηκε με το Ψήφισμα της 27ης Μαΐου 2008 της Η’ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων, στο Δεύτερο Μέρος του, όπου γίνεται αναφορά στα Aτoμικά και κoινωνικά δικαιώματα, στο άρθρo 4-1 έχει κατοχυρωθεί η ισότητα όλων των Ελλήνων πολιτών έναντι στο νόμο, ενώ στο άρθρο 4-2 αναφέρεται ρητά ότι “οι Έλληνες και oι Eλληνίδες έχoυν ίσα δικαιώματα και υπoχρεώσεις”. Το ερώτημα που προκύπτει, όμως, είναι αν η ερμηνεία των εν λόγω διατάξεων είναι αντιφατική σε σχέση με τα σχετικά προσφάτως και ελλιπώς κατοχυρωμένα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων στη χώρα μας. Η απάντηση του ερωτήματος προκύπτει εμμέσως από το εν λόγω άρθρο, το οποίο αφορά στα κατοχυρωμένα νομικά δικαιώματα των ΛΟΑΤ στην Ελλάδα με μικρή αναφορά στο τι συμβαίνει σε χώρες του εξωτερικού (εντός και εκτός Ευρωπαικής Ένωσης).

Σύμφωνα με τη Διεθνή Αμνηστία, τα δικαιώματα που αφορούν στην κοινότητα των ομοφυλόφιλων, λεσβιών, αμφιφυλόφιλων και τρανσντζεντερ -διεμφυλικών (ΛΟΑΤ), ανήκουν στην ατζέντα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς ο σεξουαλικός προσανατολισμός κάθε προσώπου αποτελεί στοιχείο της ανθρώπινης ταυτότητάς του και σχετίζεται με την εγγενή αξιοπρέπεια και αξία που έχει κάθε άνθρωπος. Το 2011, το Συμβούλιο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών δημοσίευσε μια έκθεση στην οποία βρίσκουμε τεκμηριωμένες όλες τις παραβιάσεις δικαιωμάτων (εγκλήματα μίσους, ποινικοποίηση της ομοφυλοφιλίας κτλ.) των ανθρώπων που ανήκουν σ’αυτή την κοινότητα. Πάνω σ’αυτή την έκθεση βασίστηκε ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών και προέτρεψε τα κράτη να προασπίσουν νομοθετικά τα δικαιώματα των ΛΟAΤ. Υπάρχουν, σε όλα τα μέρη του κόσμου αλλά και σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, άτομα τα οποία έχουν διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό και όταν λέμε διαφορετικό δεν εννοούμε διαφορετικό από το '”νορμάλ”, αλλά διαφορετικό από την πλειοψηφία. Τα εν λόγω άτομα υποβάλλονται, κατά καιρούς, σε διακρίσεις, εκρήξεις μίσους, προσβολές ενώ σπανιότερα, τα ομοφοβικά άτομα δύνανται να φτάσουν σε ακραίες συμπεριφορές, όπως αυτή της δολοφονίας. Σύμφωνα με τον ορισμό που έχει δώσει η Ευρωπαϊκή Ένωση, η ομοφοβία ορίζεται ως τη μίξη αρνητικών συναισθημάτων αποστροφής ή μίσους για ομοφυλόφιλους, λεσβίες, αμφιφυλόφιλους, τρανσντζεντερ (ΛΟΑΤ) ή γενικά για άτομα με διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό. Η Ευρωπαϊκή Ένωση χαρακτηρίζει την ομοφοβία ως μία απαράδεκτη παραβίαση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, η οποία έρχεται σε αντίθεση και θεωρείται ασύμβατη με τις θεμελιώδεις αξίες της ίδιας της Ένωσης. Σε πολλές χώρες του κόσμου, ως επί το πλείστον στις λεγόμενες “τριτοκοσμικές χώρες”, η ομοφυλοφιλία θεωρείται ποινικό αδίκημα και τιμωρείται με φυλάκιση ή ακόμα και εις θάνατον, ενώ, δεν είναι λίγοι και αυτοί που θεωρούν την ομοφυλοφιλία ως ασθένεια, ως μία ψυχολογική διαταραχή ή γενικώς μία συμπεριφορά η οποία δεν είναι λογική, "νορμάλ" και αποκλίνει από τα κοινωνικά στερεότυπα της εποχής.

 

Στην Ευρώπη τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Τα τελευταία χρόνια, έχει σημειωθεί μεγάλη πρόοδος, όχι όμως απαραίτητα ίδια σε όλες τις χώρες. To 2000, η Ευρωπαϊκή Ένωση εξέδωσε μία Οδηγία («οδηγία για την ισότητα στην απασχόληση»), μέσω της οποίας εξασφαλίζεται η ίση μεταχείριση στην απασχόληση και στην εργασία των ανθρώπων, οι οποίοι υπόκεινται σε διακρίσεις λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού. Η ύπαρξη της ως άνω Οδηγίας έχει αυξήσει το επίπεδο προστασίας των ΛΟΑΤ σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τη Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΕΕ), η τελευταία (η Ευρωπαϊκή Ένωση) βασίζεται στις αξίες του σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της ισότητας, του κράτους δικαίου, καθώς και του σεβασμού των ανθρώπινων δικαιωμάτων, και καταπολεμά τον κοινωνικό αποκλεισμό και τις διακρίσεις και ότι, όπως ορίζεται στη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), κατά τον καθορισμό και την εφαρμογή των πολιτικών και των δράσεών της, η Ένωση επιδιώκει να καταπολεμήσει κάθε διάκριση λόγω φύλου, φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, θρησκείας ή πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού.

 

Στην  Ελλάδα, τον Ιανουάριο του 2005, το Ελληνικό Κοινοβούλιο ψήφισε το Νόμο 3304/2004,  που αφορά στην εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανεξαρτήτως φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, θρησκευμάτων ή άλλων πεποιθήσεων, ειδικών αναγκών, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού και ο οποίος αποτέλεσε τομή για την προαγωγή της αρχής της ισότητας και την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου στη χώρα μας. Με το νόμο αυτόν ενσωματώθηκαν στην ελληνική έννομη τάξη δύο Οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Οδηγία 2000/43/ΕΚ «περί εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης προσώπων ασχέτως φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής» στους τομείς της απασχόλησης, της εργασίας, της συμμετοχής σε σωματεία και επαγγελματικές οργανώσεις, καθώς και στην εκπαίδευση, τις κοινωνικές παροχές και την πρόσβαση στη διάθεση και την παροχή αγαθών και υπηρεσιών που διατίθενται στο κοινό, και η Οδηγία 2000/78/ΕΚ «για την καταπολέμηση των διακρίσεων λόγω θρησκείας ή πεποιθήσεων, ειδικών αναγκών, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού» αποκλειστικά στον τομέα της απασχόλησης και της εργασίας. Οι ρυθμίσεις του εν λόγω νόμου επιδιώκουν να καταπολεμήσουν τα φαινόμενα τόσο της άμεσης όσο και της έμμεσης διάκρισης (άρθρα 3 και 7).

 

Το Δεκέμβριο του 2015, δέκα σχεδόν χρόνια αργότερα, υπερψηφίστηκε, τελικώς, κατά πλειοψηφία από την αρμόδια επιτροπή της Βουλής, αν και με ρωγμές στο κυβερνητικό στρατόπεδο, το νομοσχέδιο για το σύμφωνο συμβίωσης για τα ζευγάρια του ίδιου φύλου. Πέρα από αυτό, για πρώτη φορά αναγνωρίζονται νομοθετικά και τα άτομα intersex  (παλαιότερη ορολογία “ερμαφροδιτισμός”).  Το σύμφωνο συμβίωσης προβλέπει την εξίσωση των περιουσιακών δικαιωμάτων των συζύγων, δηλαδή  μπορεί πλέον κανονικά να κληρονομεί ο/η σύζυγος την περιουσία του θανόντος συζύγου, ενώ παράλληλα προβλέπεται και η εξίσωση των δικαιωμάτων που αφορούν στο κοινωνικοασφαλιστικό, εργατικό και φορολογικό δίκαιο.  Όμως, τα ζευγάρια τα οποία συνάπτουν σύμφωνο συμβίωσης δεν έχουν τελικά εξ'ολοκλήρου τα ίδια δικαιώματα με τα παντρεμένα, με πολιτικό ή θρησκευτικό γάμο, ζευγάρια. Η τεκνοθεσία και η υιοθεσία αποτελεί μία γκρι περιοχή ακόμα. Στο σύμφωνο δεν προβλέπεται η από κοινού τεκνοθεσία (μέσω της εξωσωματικής γονιμοποίησης ή άλλων μέσων) ή η υιοθεσία και σε περίπτωση που ο ένας από τους δύο έχει, ήδη, αποκτήσει βιολογικό τέκνο, σύμφωνα με τον υπάρχοντα νόμο, ο/η σύντροφος δεν μπορεί να αποκτήσει δικαίωμα επάνω στο παιδί, όπως, δηλαδή, αυτό της υιοθεσίας.

Η Ελλάδα ως μία Ευρωπαϊκή χώρα, θεωρητικά έχει αργήσει να ψηφίσει έναν τέτοιο νόμο, όπου θα προασπίζονται αυτά τα ανθρώπινα δικαιώματα, έτσι ώστε να υπάρχει κατοχύρωση πάσης φύσεως νομικών δικαιωμάτων. Ωστόσο, δεν υπάρχει ένα ενιαίο ευρωπαϊκό πρότυπο. Υπάρχουν νομοθεσίες κρατών που εξισώνουν το σύμφωνο συμβίωσης με το γάμο ή και άλλες στις οποίες το σύμφωνο θεωρείται απλά «σύμφωνα συγκατοίκησης». Οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των οποίων η νομοθεσία δεν προβλέπει την κατοχυρωμένη συμβίωση είναι η Βουλγαρία, η Εσθονία, η Ιταλία, η Λετονία, η Λιθουανία, η Πολωνία, η Ρουμανία και η Σλοβακία. Όσον αφορά το δικαίωμα τεκνοθεσίας και για τα ομόφυλα ζευγάρια, διαβάζοντας το εσωτερικό οικογενειακό δίκαιο των χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαπιστώνουμε ότι αυτή (η τεκνοθεσία) προβλέπεται σε αρκετές χώρες, όχι όμως σε όλες. Αξίζει στο σημείο αυτό να σημειωθεί ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου καταδίκασε την Αυστρία που προέβλεπε δικαίωμα τεκνοθεσίας του βιολογικού τέκνου του ενός από τον άλλο μόνο για ετερόφυλα ζευγάρια με σύμφωνο συμβίωσης και απέκλειε τα ομόφυλα.

 

Ας δούμε, όμως, τώρα τι γίνεται σε ορισμένες άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενδεικτικά.

Από το 1989, λοιπόν, η Δανία έδωσε ίσα δικαιώματα με αυτά του πολιτικού γάμου σε ομόφυλα ζευγάρια μέσω του συμβολαίου συμβίωσης.

Από το 2000 και μετά υπάρχει στη Γερμανία ο νόμος της δια βίου συντροφικότητας, ο οποίος επιτρέπει την κοινή κηδεμονία παιδιών και σε περιπτώσεις όπου ο ένας σύζυγος είναι ήδη κηδεμόνας, επιτρέπεται η υιοθεσία των παιδιών του / της από τον/την έτερο σύζυγο.

Η Ολλανδία αποτελεί την πρώτη χώρα, η οποία έχει δώσει πλήρη δικαιώματα γάμου σε όλα τα ζευγάρια ανεξαρτήτου φύλου και χωρίς καμία διάκριση από το 2001. Επίσης, βάσει του οικογενειακού δικαίου της χώρας, τα ομόφυλα ζευγάρια μετά από τρία χρόνια κοινής ζωής έχουν τη δυνατότητα να κάνουν αίτηση για δικαστική έγκριση υιοθεσίας.

Στην Ισπανία, από το 2005 τα ομόφυλα ζευγάρια απολαμβάνουν τα ίδια προνόμια με τα ετερόφυλα και σ’ αυτό συμπεριλαμβάνεται και το δικαίωμα κοινής υιοθεσίας.  

Στη Γαλλία, κι ενώ από το Νοέμβριο του 1999 έχει επιτραπεί το σύμφωνο συμβίωσης ανάμεσα στα ομόφυλα ζευγαρια, το Συνταγματικό Δικαστήριο το Μάιο του 2013 επικύρωσε νόμο, ο οποίος επεκτείνει τη σύναψη πολιτικού γάμου και στα ομόφυλα ζευγάρια και συγχρόνως επιτρέπει και την υιοθεσία. (Η πρώτη από κοινού υιοθεσία έγινε τον Οκτώβριο του ίδιου έτους).

Η Βουλή της Κύπρου, πριν ένα χρόνο, ενέκρινε νομοσχέδιο για τη θέσπιση «πολιτικής συμβίωσης» το οποίο επιτρέπει την συμβίωση ομόφυλων ζευγαριών αναγνωρίζοντας ποικίλα δικαιώματα, όπως τα κληρονομικά   αλλά όχι την από κοινού υιοθεσία τέκνων μετά τη σύναψη της πολιτικής συμβίωσης.

Η Ιταλία, ωστόσο, δε θεωρείται ιδιαιτέρως προχωρημένη ως προς τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων.  Από το Μάιο του 2013 έχει κατατεθεί στη Βουλή σχέδιο νόμου με το οποίο θα νομιμοποιούνται τα δεσμά προσώπων του ίδιου φύλου αλλά δε θα χορηγείται δικαίωμα υιοθεσίας.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής (ΗΠΑ), η πλειοψηφία των Πολιτειών έχει νομιμοποιήσει το γάμο μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου αν και μετά την εκλογή του προέδρου Τραμπ γίνονται προσπάθειες να χαθούν αυτά τα δικαιώματα.

Στον αντίποδα, υπάρχουν χώρες, όπως η Ρωσία στην οποία ο Βλαντιμίρ Πούτιν υπογράφει νόμους, σύμφωνα με τους οποίους απαγορεύεται οποιαδήποτε ομοφυλοφιλική έκφραση ακόμα και στην ένδυση. Σε παρόμοιο κλίμα άρνησης ως προς την εξίσωση των δικαιωμάτων των ΛΟΑΤ και μάλιστα με πολύ χειρότερες προεκτάσεις είναι χώρες όπως η Ουγκάντα όπου οι ομοφυλόφιλοι τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης έως και ισόβια και καμιά φορά και με θανατική ποινή, το Καμερούν, όπου η ομοφυλοφιλία θεωρείται έγκλημα, το Μπουρούντι όπου υπάρχει νόμος που καταδικάζει από δύο έως τρία χρόνια άτομα τα οποία παρουσιάζουν ομοφυλοφιλική συμπεριφορά. Στη μέση Ανατολή και το Κατάρ η ομοφυλοφιλία θεωρείται εγκληματική συμπεριφορά η οποία τιμωρείται ως και ισόβια. Τέλος, το Ιράν στο οποίο η ομοφυλοφιλία είναι αρρώστια και σύμφωνα με τον ποινικό της κώδικα το άτομο το οποίο εμπλέκεται σε ομοφυλοφιλικές πράξεις μπορεί να τιμωρηθεί ακόμα και με ποινή θανάτου.

 

Η αλήθεια είναι πως η Ελλάδα έκανε πολύ μεγάλα βήματα ως προς την υποστήριξη των ανθρώπινων δικαιωμάτων των ομόφυλων ζευγαριών. Το 2015, όπου και ψηφίστηκε το σύμφωνο συμβίωσης, είναι μια ιστορική στιγμή για τη ΛΟΑΤ κοινότητα. Υπήρξε ένας δημόσιος διάλογος, ο οποίος έκανε γνωστές τις θέσεις των εν λόγω ατόμων στην κοινωνία. Ακούστηκαν όροι και ορισμοί οι οποίοι δεν είχαν ακουστεί ποτέ μέχρι τότε, εκτέθηκαν προβλήματα και σκέψεις που  δεν είχαν γίνει γνωστά γιατί δεν είχε δοθεί πάτημα για δημόσιο διάλογο εντός ή εκτός της Βουλής.

Είναι κατανοητό και σεβαστό ότι για μία ομάδα Ελλήνων, η προάσπιση και η θέσπιση νόμου για την εξίσωση των δικαιωμάτων των ομόφυλων ζευγαριών είναι αδιανόητη και ανήκουστη. Δεν μπορούμε όμως να αμφισβητήσουμε ότι κι αυτοί οι άνθρωποι έχουν δικαίωμα στη ζωή και έχουν δικαίωμα να αγαπούν όποιον θέλουν, όπως θέλουν και να μπορούν να κάνουν τη ζωή τους με το σύντροφό που επιλέγουν ανεξαρτήτως φύλου, πράγμα το οποίο αποτελεί μία από τις αρχές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

 

 

*ΛΟΑΤ ή αλλιώς ΛΟΑΤΚΙ ( κοινότητα λεσβιών, ομοφυλόφιλων, αμφιφυλόφιλων, τρανσντζεντερ -διεμφυλικών-, κουήρ και ιντερσέξ)