«Ο λιγνίτης στην Ελλάδα του 2017» (Άρθρο μου στο NotosNet.gr)

Ο λιγνίτης στην Ελλάδα του 2017
Άρθρο μου το στο NotosNet.gr "Ο λιγνίτης στην Ελλάδα του 2017"

Το χαμηλό κόστος, καθώς και η ανάγκη της Ελλάδας να αξιοποιήσει τις εγχώριες πηγές ενέργειας, έκαναν την χώρα να στραφεί στην εξόρυξη του λιγνίτη και την καύση του ως πρωταρχική πηγή ενέργειας, από το 1950 περίπου έως σήμερα. Η Ελλάδα εισάγει το 100% του φυσικού αερίου, καθώς και το 98% του πετρελαίου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, η ίδια να εξαρτάται ενεργειακά από εισαγωγές της τάξης του 62% περίπου.

 

Στη χώρα μας, όπως είναι γνωστό, υπάρχουν δύο μεγάλα λιγνιτωρυχεία της Δ.Ε.Η., από τα οποία το ένα είναι στην Πτολεμαΐδα και το άλλο στη Μεγαλόπολη. Συνολικά, ωστόσο, υπάρχουν οκτώ σταθμοί λιγνίτη, οι οποίοι παράγουν το 56% της καθαρής ηλεκτρικής παραγωγής της Δ.Ε.Η.

 

Η Ελλάδα στην Ευρωπαϊκή Ένωση κατέχει την τρίτη θέση στην εξόρυξη λιγνίτη και την έβδομη στον κόσμο. Σύμφωνα, όμως, με υπολογισμούς που διαβάζουμε τελευταία, οι ποσότητες λιγνίτη είναι αρκετές για τα επόμενα 45 χρόνια. Αυτό το μοντέλο παραγωγής ενέργειας, φαίνεται να έχει πρόβλημα στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη γενικότερα, θέτοντας τον άνθρακα στο περιθώριο. Η Γερμανία έχει ήδη δηλώσει πως έχει σκοπό να μειώσει την παραγωγή ενέργειας με βάση το λιγνίτη κατά 50%, παρόλο τον συνολικό τζίρο της τάξης των 190 δις. ευρώ που σημείωσε η βιομηχανία της χώρας, βασιζόμενη σε αυτή τη μορφή  παραγωγής ενέργειας. Σύμφωνα με την WindEurope, η Γερμανία πριν από μερικές εβδομάδες, κάλυψε με την αιολική ενέργεια το 52% των ηλεκτρικών αναγκών της χώρας. Επίσης, πριν λίγο καιρό, η Δανία κατάφερε να καλύψει τις ανάγκες ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας αποκλειστικά από αιολική ενέργεια. Μπορούμε βέβαια να πάρουμε και το παράδειγμα της Ιρλανδίας, η οποία κάλυψε το 42% των ηλεκτρικών αναγκών της χώρας από την αιολική ενέργεια.

 

Τι, όμως, πρόκειται να γίνει εάν εξαντληθούν τα αποθέματα λιγνίτη; Επίσης, ανεξάρτητα από το ζήτημα των αποθεμάτων, δεν πρέπει να ληφθούν υπόψη οι επιπτώσεις της εξόρυξης λιγνίτη στη δημόσια υγεία και το περιβάλλον;

 

Πριν από λίγο καιρό, η κινεζική εταιρία CMEC αποφάσισε πως θέλει να επενδύσει σε μία καινούργια μονάδα λιγνίτη, στη Μελίτη Φλώρινας. Αυτό σημαίνει πως η Ελλάδα σκέφτεται σοβαρά και θέλει να υλοποιήσει επενδύσεις σε καινούριες μονάδες λιγνίτη. Αυτό το αποδεικνύει και η προσέγγιση που έκαναν οι ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με τροπολογίες, οι οποίες ζητούσαν να ανοίξει ο δρόμος για την επιδότηση της Πτολεμαΐδας V και της Μελίτης ΙΙ. Σύμφωνα με αυτές τις τροπολογίες ουσιαστικά η Κυβέρνηση ζητούσε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να επιδοτήσει αυτές τις δύο νέες μονάδες. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όμως, απέρριψε την αίτηση των ευρωβουλευτών. Σύμφωνα με ανακοίνωση της Greenpeace «Η Επιτροπή Περιβάλλοντος του Ευρωκοινοβουλίου καταψήφισε την προτεινόμενη τροπολογία που υπέβαλε η ΔΕΗ για δωρεάν κατανομή του 40% των δικαιωμάτων εκπομπών το διάστημα 2021-2030, με σκοπό να γίνει οικονομικά βιώσιμη η κατασκευή και λειτουργία των νέων λιγνιτικών μονάδων Πτολεμαΐδα V και Μελίτη II».

 

Αυτή η απόφαση είναι πάρα πολύ σημαντική, γιατί ουσιαστικά αποτελεί την απαρχή του καθορισμού της ενεργειακής πολιτικής της χώρας μας, μιας πολιτικής η οποία είναι απολύτως απαραίτητη να οριστεί, γιατί ουσιαστικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ευθέως καθόρισε, ότι δεν θα υπάρχουν πια δωρεάν δικαιώματα εκπομπών αερίων. Αυτό, όμως, τι σημαίνει; Ουσιαστικά αυτό το οποίο πιθανώς σημαίνει, είναι ότι θα γίνει ασύμφορο για την Ελλάδα να διατηρεί μονάδες λιγνίτη, οι οποίες θα είναι οι μοναδικοί παραγωγοί ενέργειας της χώρας. Σύμφωνα και πάλι με ανακοίνωση της Greenpeace  «το αίτημα της ΔΕΗ - που στηρίχθηκε από μεγάλο μέρος του ελληνικού πολιτικού φάσματος - κατέληξε σε πολιτικό φιάσκο, αφού, όχι μόνο η Ελλάδα δεν έχει πλέον υψηλή εξάρτηση από λιγνίτη, αλλά δεν στοιχειοθετείται από πουθενά ότι τα δωρεάν δικαιώματα θα βοηθήσουν στην ομαλή μετάβαση ενός πιο καθαρού ενεργειακού μοντέλου. Αντίθετα, ήταν σε όλους σαφές ότι η δωρεάν διάθεση δικαιωμάτων θα σήμαινε άμεση επιδότηση στην κατασκευή και λειτουργία νέων ρυπογόνων λιγνιτικών μονάδων, δηλαδή σε παράταση της εξάρτησης της χώρας από το λιγνίτη. Η απόφαση του Ευρωκοινοβουλίου εκθέτει όσους υιοθέτησαν τυφλά τα παράλογα αιτήματα του λιγνιτικού λόμπι της χώρας».

 

Είναι, όμως, η Ελλάδα έτοιμη να απαγκιστρωθεί και να απεξαρτηθεί από το λιγνίτη;

 

Υπάρχουν πολλές πρωτοβουλίες οι οποίες δείχνουν πως μπορεί να είναι έτοιμη. Το προηγούμενο έτος αποτέλεσε το δεύτερο καλύτερο έτος σε σχέση με την παραγωγή αιολικής ενέργειας. Η αιτία ήταν ότι δημιουργήθηκαν αιολικά πάρκα πολλών μεγαβάτ και μέσω αυτών καλύφθηκε ένα ποσοστό των αναγκών της Ελλάδας σε ηλεκτρική ενέργεια. Σύμφωνα με μελέτες της WindEurope «Η αιολική ενέργεια αποτελεί ένα κύριο μέρους παροχής ηλεκτρικής ενέργειας της Ευρώπης και είναι μια βιομηχανία που παράγει πάρα πολλές θέσεις εργασίας». Η Στερεά Ελλάδα έχει τα μεγαλύτερα αιολικά πάρκα στην Ελλάδα, ακολουθείται από την Πελοπόννησο και μετά, στη σειρά, βρίσκεται η ανατολική Μακεδονία - Θράκη. Οπότε μπορούμε να καταλάβουμε ότι υπάρχει ήδη μία προσπάθεια για στροφή σε εναλλακτικές πηγές ενέργειας.

 

Είναι απαραίτητο όμως η Ελλάδα, με τη στήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να υποστηρίξει τις προσπάθειες αυτές και να τροφοδοτήσει καινούριες προσπάθειες εκμετάλλευσης εναλλακτικών πηγών ενέργειας. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σύμφωνα με πηγές της WWF, έχει εντάξει την Ελλάδα στο Ταμείο εκσυγχρονισμού το οποίο ουσιαστικά δίνει την ευκαιρία στην Ελλάδα να αναβαθμίσει όλες τις υποδομές που αφορούν εναλλακτικές πήγες ενέργειας, εξαιρουμένου όμως του λιγνίτη. Επίσης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έχει αποφασίσει να χρηματοδοτήσει επενδύσεις σε ενεργειακά έργα, ύψους 444 εκατομμυρίων ευρώ, έτσι ώστε να στηρίξει και να διασφαλίσει τη μετάβαση σε οικονομίες που θα έχουν χαμηλές εκπομπές CO2. Δεν είναι κρίμα να χάσει η Ελλάδα την ευκαιρία να εκμεταλλευτεί τις επενδύσεις αυτές, με τις οποίες εξασφαλίζει πρόσβαση σε καθαρή ενέργεια για τους Έλληνες πολίτες;

Επίσης, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD), ανακοίνωσε την έγκριση ενός προγράμματος ύψους 300 εκατομμυρίων ευρώ, μέσω του οποίου θα χρηματοδοτηθούν έργα Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), τα οποία θα αναβαθμίσουν το ηλεκτρικό δίκτυο ολόκληρης της χώρας μας. Μπορούμε να θεωρήσουμε βέβαιο, πως αυτή η χρηματοδότηση, από τη μία θα προσελκύσει νέες επενδύσεις και νέες χρηματοδοτήσεις και από την άλλη, όταν υλοποιηθεί, θα μειώσει κατά πολύ τις ετήσιες εκπομπές ρύπων τις χώρας μας. 

 

Ο Δήμαρχος Κοζάνης, Λευτέρης Ιωαννίδης, τόνισε την σημασία της προαναφερθείσας απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, λέγοντας πως η υπερψήφιση του Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης ήταν πολύ σημαντική. Το εν λόγω Ταμείο, θα χρηματοδοτείται από το 2% των συνολικών εσόδων από τις δημοπρασίες δικαιωμάτων CO2, σε Ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτό σημαίνει πως ένα ποσοστό αυτού θα πηγαίνει στις περιοχές, όπου υπάρχει μεγάλη εξάρτηση από το λιγνίτη, περιοχές όπως η Κοζάνη. Ένα άλλο κριτήριο για τη διάθεση του Ταμείου είναι πως το ΑΕΠ της όποιας περιοχής πρέπει να είναι πιο χαμηλό από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ο Δήμαρχος υποστηρίζει πως η απόφαση έχει μεγάλη σημασία για τις περιοχές και περιφέρειες, όπως η Δυτική Μακεδονία, που βλέπουν μια μεγάλη «συρρίκνωση της λιγνιτικής δραστηριότητας».  

 

Η λύση βρίσκεται στον ξεκάθαρο καθορισμό ενεργειακής πολιτικής της κυβέρνησης. Η Ελλάδα εξαρτάται σε πάρα πολύ μεγάλο βαθμό από το λιγνίτη, και όπως είναι φυσικό, και οι τοπικές κοινωνίες της Δυτικής Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης. Είναι απαραίτητο η Κυβέρνηση να βρει τρόπο ομαλής μετάβασης από το λιγνίτη σε νέες μορφές παραγωγής ενέργειας, οι οποίες, αν μη τι άλλο, θα είναι ποιο φιλικές προς το περιβάλλον και προς την δημόσια υγεία και θα αποτελέσουν, ως εκ τούτου, σημαντικό παράγοντα στη βελτίωση της παραγωγικότητας και της εν γένει οικονομικής ανάπτυξης της χώρας.